Τα οδοντικά εμφυτεύματα είναι μια από τις πιο αξιόπιστες μακροπρόθεσμες μεθόδους αντικατάστασης δοντιών. Από τη στιγμή που έγιναν ευρέως διαθέσιμα στη δεκαετία του ’80, πολυάριθμες επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει 10ετή ποσοστά επιτυχίας άνω του 95%. Φυσικά, αυτό προκαλεί το ερώτημα τι συμβαίνει στο μικρό ποσοστό προβληματικών περιπτώσεων που δεν πάνε τόσο καλά. Αλλά, ας τα πάρουμε απο την αρχή.
Ένα επιεμφυτευματικό δόντι αποτελείται απο δύο τμήματα. Το πρώτο είναι το εμφύτευμα, το οποίο είναι κατασκευασμένο απο τιτάνιο και αντικαθιστά τη ρίζα του εξαχθέντος δοντιού. Το τιτάνιο, από το οποίο κατασκευάζονται τα περισσότερα οδοντικά εμφυτεύματα, έχει τη μοναδική δυνατότητα να ενώνεται με το οστό, μια διαδικασία που ονομάζεται “οστεοενσωματωση “ και στην πραγματικότητα έχει ευρεία χειρουργική χρήση. Παρέχει γενικά μια σταθερή βάση μακροχρόνιας υποστήριξης. Το δεύτερο τμήμα είναι ένα ενδιάμεσο κομμάτι, πάνω στο οποίο χτίζεται η στεφάνη, του δοντιού προς αποκατάσταση.
Η επιτυχία ενός εμφυτεύματος προϋποθέτει προσεκτικό σχεδιασμό. Ο χειρουργός των εμφυτευμάτων πρέπει να έχει ένα πλήρες ιατρικό ιστορικό (συμπεριλαμβανομένων όλων των συνταγογραφούμενων και μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και των συμπληρωμάτων) και να ολοκληρώνει λεπτομερή εξέταση με τη βοήθεια εξειδικευμένων ακτινογραφιών, όπως CT (αξονική) αν χρειάζεται. Με αυτό τον τρόπο προσδιορίζονται μεταξύ άλλων η κατάσταση της γνάθου σας(ποιότητα κ ποσότητα οστού), η θέση σημαντικών ανατομικών δομών, όπως τα νεύρα, τα αιμοφόρα αγγεία, ο αριθμός και η θέση των εμφυτευμάτων που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση της εργασίας. Επίσης, ο κλινικός που θα αναλάβει την εργασία θα πρέπει να ελεγξει τις δυνάμεις δαγκώματος που θα δέχονται τα εμφυτεύματα , καθώς και τον τύπο στεφανών, γεφυρών ή οδοντοστοιχιών που θα τα συνδέει.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, η χειρουργική επέμβαση δεν είναι επιτυχής και ένα εμφύτευμα δεν καταφέρνει να ενσωματωθεί με το οστό. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το εμφύτευμα απλώς αφαιρείται, η περιοχή καθαρίζεται και τοποθετείται είτε ένα ευρύτερο εμφύτευμα, είτε αφήνεται το τραύμα να επουλωθεί και η διαδικασία εμφύτευσης επαναλαμβάνεται σε μεταγενέστερο χρόνο.
Πολλοί ασθενείς ρωτάνε αν μπορούμε σε ένα ραντεβού να τοποθετηθεί το εμφύτευμα(-τα) με το δόντι(-ια) μαζί. Η απάντηση είναι πως ναι, αλλά υπό κάποιες προυποθέσεις οι οποίες θα πρέπει να συζητηθούν με τον οδοντίατρο και κυρίως για την πρόσθια περιοχή. Η διαδικασία ονομάζεται “άμεση φόρτιση” και στην ουσία μετά την ολοκλήρωση της επέμβασης τοποθετούμε ένα προσωρινό πλαστικό δόντι επάνω στο εμφύτευμα, το οποίο δεν ακουμπά στο δάγκωμα και εξυπηρετεί καθαρά αισθητικούς σκοπούς, κατα το διάστημα που διαρκεί η οστεοενσωμάτωση.
Η οστεοενσωμάτωση διαρκεί 2-4 και 6-8 μήνες, ανάλογα με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, το εμφύτευμα καθώς και τη χρήση ή όχι αναγεννητικών τεχνικών για την ενίσχυση του οστού.
Μετά την παρέλευση του προαναφερθέντος χρονικού διαστήματος, ο οδοντίατρος ελέγχει την επίτευξη της οστεοενσωμάτωσης και μπορεί να προχωρήσει με τη βοήθεια του οδοντοτεχνικού εργαστηρίου στην κατασκευή της εργασίας που θα αναπληρώσει τα δόντια που λείπουν.